ΚΑΛΥΒΗ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Project
ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΗ ΤΗΣ Ι. ΚΑΛΥΒΗΣ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΗΝ Ι. ΣΚΗΤΗ ΤΗΣ Ι. ΜΟΝΗΣ ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ
Κύριος ρόλος
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΟΡΙΣΤΙΚΗ - ΜΕΛΕΤΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
ΣΤΑΤΙΚΗ & ΗΛΜ ΜΕΛΕΤΕΣ: Αrxiko
2023-2024
Η Σκήτη του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου της ιεράς μονής Ξενοφώντος βρίσκεται στα βορειοανατολικά της μονής και απέχει 6χλμ περίπου από αυτή.
Ιδρύθηκε το 1753, όταν συντάχθηκε ο πρώτος Κανονισμός της, ενώ το Κυριακό της εγκαινιάσθηκε το 1766. Παλαιότερα αριθμούσε περί τις σαράντα Καλύβες, ενώ σήμερα κατοικούνται πολύ λιγότερες..
Ως πρώτους ιδρυτές γνωρίζουμε τον ιερομόναχο Σιλβέστρο και τους μοναχούς Εφραίμ και Αγάπιο.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι για κάποιο χρονικό διάστημα ασκήτευσε σε μία καλύβη της και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.
Σε μικρή απόσταση στα βόρεια του Κυριακού και στα βορειοδυτικά της καλύβης των Αγίων Αποστόλων, πάνω από τον κεντρικό αμαξιτό χωματόδρομο της σκήτης βρίσκεται η εγκαταλελειμμένη σήμερα καλύβη του Αγίου Δημητρίου. Η παρούσα μελέτη αφορά την αποτύπωση και την πρόταση αναστήλωσής της με σκοπό την δυνατότητα εγκαταβίωσης σε αυτή έως πέντε μοναχών.
Προτείνεται καταρχήν η στερέωση όλων των υφιστάμενων δομικών στοιχείων του σκελετού που είναι εφικτό να στερεωθούν επαρκώς σύμφωνα με τις σύγχρονες προδιαγραφές. Τα ξύλινα μέρη είναι σε κατάσταση αποσύνθεσης και μπορούν ενδεχομένως να διατηρηθούν αποσπασματικά ελάχιστες διατομές και αυτές απομειωμένες.. Είναι αναπόφευκτη η ανακατασκευή των κατεστραμμένων αρχιτεκτονικών τμημάτων των κτισμάτων, βασιζόμενη στην αγιορείτικη αρχιτεκτονική παράδοση και στο σεβασμό προς την αρχική τους υπόσταση και τα αυθεντικά τους στοιχεία. Τα ανακατασκευαζόμενα τμήματα είναι όσο το δυνατόν διακριτά και εύκολα αντιστρέψιμα. Έγινε προσπάθεια να διατηρηθεί ικανό δείγμα όλων των φάσεων του κτίσματος, καθώς αφενός δεν μπορεί να γίνει ενδελεχής αξιολόγηση τους αλλά και αφετέρου σε τέτοιου είδους μνημεία παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον ορισμένες φορές το παλίμψηστο των διαδοχικών επεμβάσεων του παρελθόντος.
Η χρήση του κτιρίου δεν διαφοροποιείται, όμως η αύξηση του αριθμού των εγκαταβιούντων μοναχών σε συνδυασμό με την ανάγκη εξεύρεσης σύχγρονων βοηθητικών χώρων ειδικών απαιτήσεων οδηγεί σε κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις από την υφιστάμενη διαρρύθμιση του κυρίως κτίσματος και την ογκοπλασία της υφιστάμενης προσθήκης.
Έτσι εκτός από την αποκατάσταση του κυρίως κτίσματος της καλύβης ανατολικά, προτείνεται και η κατασκευή μικρής διώροφης προσθήκης δυτικά για λόγους λειτουργικούς, στη θέση της παλαιότερης κατεστραμμένης. Επίσης προτείνεται η φιλοξενία των απαραίτητων ηλεκτρομηχανολογικών και αποθηκευτικών χώρων σε υπόσκαφους χώρους που κατασκευάζονται σε απλή παράθεση και σε μικρή απόσταση 2.50μ (δ) από τη βόρεια πλευρά του υφιστάμενου κτίσματος. Ακολουθώντας τις κλίσεις του εδάφους, το σχήμα του υφιστάμενου και τις χαράξεις των κύριων υφιστάμενων αλλά όχι διατηρούμενων λιθοδομών αντιστήριξης, δημιουργείται ένα αθέατο από το δρόμο υπόσκαφο κτίριο μιας όψης. Ο υπαίθριος διάδρομος πρόσβασης, αερισμού και ηλιασμού των νέων χώρων αλλά και αυτών του υφιστάμενου «ορόφου» είναι κλιμακωτός ακολουθώντας την μορφολογία του εδάφους και τις στάθμες του υφιστάμενου κτιρίου.